Δευτέρα 29 Δεκεμβρίου 2014

"Η Μάχρια της Λήθης" 

Ρένα Πετροπούλου-Κουντούρη

 

Γράφει η Βιβή Γεωργαντοπούλου (Συντονίστρια της Λέσχης Ανάγνωσης Degas)


Όταν η ιστορία δεν γράφεται, γίνεται παραμύθι. Γίνεται όνειρο με θαμμένους θησαυρούς, με πετρωμένους ναούς, ναυάγια και μάχες, ώσπου κάποτε με την σκαπάνη της μελέτης και της γραφίδας βγαίνει τ΄ όνειρο αληθινό και το παραμύθι γίνεται μυθιστορία.(Ρ.Π.Κ)

Πράγματι, δεν είναι καθόλου εύκολο να γράψει κάποιος, όσο ταλαντούχος κι αν είναι, ένα μεστό και σοβαρό ιστορικό ερωτικό μυθιστόρημα κρατώντας όχι την επιβεβλημένη φόρμα ή τους ποικίλους τεχνικούς κανόνες του, μα ισορροπία και μέτρο σε όλα εκείνα που εκ των πραγμάτων πρέπει συνεχώς να ενώνει, τις ιστορικές αλήθειες δηλαδή και το δικό του υλικό, αυτό που γεννά η φαντασία και το ταλέντο του .
Δεν είναι καθόλου εύκολο να είναι αισθησιακή και ερωτική, όχι όμως χυδαία, η γραφή του όταν αναφέρεται στους έρωτες ανθρώπων που στην πορεία της ζωής τους όντας στο μέσο ιστορικών γεγονότων δοκιμάζονται σκληρά. Δεν είναι καθόλου εύκολο να είναι άμεση και ανθρωποκεντρική και όχι ένα ακόμα βαρετό, εθνικοπατριωτικό μελό βγαλμένο από κονσέρβες χιλιανοιγμένες ήδη από δεκάδες άλλους. Δεν είναι καθόλου εύκολο να μπορεί να σκιαγραφήσει πειστικά μια γυναίκα που έζησε σε εποχές συνταρακτικές ενώ ακόμα (και) στον (δυτικό κόσμο) η χειραφέτησή της δεν ήταν κάτι δεδομένο.
Η Ρένα Πετροπούλου-Κουντούρη ανήκει στην κατηγορία εκείνων των λογοτεχνών που δεν τους περιορίζουν οι Συμπληγάδες του είδους. Συνθέτει ένα ισορροπημένο και καλά δομημένο έργο αδιαφορώντας για συνταγές και κλισέ επιτυχίας και εστιάζοντας με  διεισδυτικότητα στην ζωή της νεαρής ηρωίδας της. Της αξίζει κάθε έπαινος για την καθαρή της ματιά, αυτή που διατρέχει όλο το κείμενο και  με την οποία φιλτράρει στοχαστικά την εκτεταμένη χρονικά εποχή-περίπου τριάντα ολόκληρα χρόνια- στην οποία τοποθετεί τα καταιγιστικά δρώμενα. 

Η συγγραφέας ενώνει πολύ επιδέξια ιστορία και μύθο, αλήθεια και φαντασία πλάθοντας ήρωες που αν και έρχονται από συγκυρίες αλλοτινές-το ιστορικό παρελθόν θα είναι πάντα ελκυστικό σαν αφορμή για καλή λογοτεχνία-είναι εν τούτοις σοφά ενταγμένοι σε μια αφηγηματική ροή που το ενδιαφέρον της δεν μειώνεται πουθενά. Μάλιστα ο σημερινός αναγνώστης ο οποίος οφείλει να είναι αυστηρός και απαιτητικός εκ των πραγμάτων και λόγω της εκδοτικής πλημμυρίδας που μπορεί να τον αποπροσανατολίσει, θα νιώσει οικείους τους ήρωες και με κάποιους από αυτούς θα ταυτιστεί. Η ταύτιση είναι βεβαίως πάντα ένα βασικό ζητούμενο αλλά μαζί είναι και μεγάλη παγίδα. Θέλει μέτρο και μαστοριά και η συγγραφέας τα διαθέτει αμφότερα.
Η γοητεία της γραφής βρίσκεται κατ΄ εμέ κυρίως στην θεατροποίηση-ας το πω αδόκιμα έτσι-της όλης ιδέας κι αυτή η θεατροποίηση είναι, αν την εκλάβουμε ως τεχνική αφήγησης, μια δύσκολη τεχνική που συνεπάγεται άμεση ταύτιση ,προκαλεί έντονη ανάπτυξη συναισθημάτων στον αναγνώστη που φτάνει στο να συμπάσχει στα των ηρώων και αυτήν την φόρμα αφήγησης πρόκρινε έναντι όσων έχουμε συνηθίσει η συγγραφέας ρισκάροντας και τελικά κερδίζοντας τις εντυπώσεις : βάζει τους ήρωές της-alter ego σε πολλές περιπτώσεις ο ένας του άλλου, έρμαια κι αφέντες ταυτοχρόνως του ίδιου τους του είναι-σαν ηθοποιούς πάνω σε σκηνή θεάτρου να αφηγούνται με τις οδηγίες της μα σε πρώτο δικό τους πρόσωπο ,εκφέροντας τον δικό τους λόγο, που είναι ανάλογος με την προσωπικότητα και την κοινωνική θέση που έχει καθένας στην δεδομένη ιστορική συγκυρία κι αυτό γίνεται με εναλλασσόμενους, πυκνούς μονολόγους που δεν πλατιάζουν σε κανένα σημείο. Τα κείμενα συνδέονται μεταξύ τους αρμονικά και οι λίγοι διάλογοι ενσωματώνονται σ΄ αυτά, απορροφώνται θαρρείς, αποτελώντας το αλατοπίπερο όταν και όπου χρειάζεται.

Η λεπτεπίλεπτη κεντρική ηρωίδα, η Μάχρια, κουβαλάει ένα βαρύ παρελθόν στην διαμόρφωση του οποίου η βούλησή της δεν έπαιξε κανένα ρόλο, άλλοι όρισαν την μοίρα της και μ΄ αυτό σαν καλό και συνάμα κακό εφόδιο βυθίζεται σ΄ έναν έρωτα σκοτεινό, εκείνον της προσκόλλησης σ΄ έναν άντρα που δεν μπορεί να την νιώσει και να την (εκ)τιμήσει σωστά γιατί κι αυτός κουβαλάει μια κουλτούρα, που παρά τα σημεία υπεροχής απέναντι στην δική της-έχουμε συνηθίσει να θεωρούμε κάθε τι ανατολίτικο φολκλόρ μεν οπισθοδρόμηση δε -γίνεται βαρίδι στην ζωή του και τον τραβάει κι εκείνον χαμηλά.
Η κάποτε εύθραυστη κοπελίτσα γλυτώνει από τον φερετζέ και όχι μόνον απ΄ αυτόν χάρη σ΄ έναν άντρα -τον θετό της θείο κι αργότερα πατριό ,τον ανοιχτόμυαλο πολυταξιδεμένο Τούρκο καπετάνιο Σουκρού -φοράει μέχρι και φίνα, αποκαλυπτικά παριζιάνικα φουστάνια, μαθαίνει γλώσσες και γράμματα κόντρα σε προκαταλήψεις πολλών αιώνων, επαναστατεί, ανακαλύπτει εξαίσιους κόσμους μα επίσης εξαιτίας ενός άντρα- τον υποτίθεται άλλης νοοτροπίας Γάλλο διπλωμάτη  Ζακ Μερσό-πέφτει σε αντιφάσεις συμπεριφοράς, έξεις και ποικίλες αδυναμίες από τον έρωτά της γι αυτόν, αρχικά διαψεύδεται και ηττάται κατά κάποιον τρόπο ευρισκόμενη στην δεινή θέση να δοκιμάζεται ανάμεσα σε δυο κόσμους και δυο κουλτούρες που συγκρούονται σφοδρά αλλά παραδόξως συγκλίνουν σε κάτι: στις ίδιες ρατσιστικές απέναντι στις γυναίκες προκαταλήψεις, αν και τις εκφράζουν διαφορετικά η κάθε μια.
Ο Ζακ του μυθιστορήματος, ένας γοητευτικός Παριζιάνος ,γνήσιος μποέμ της εποχής του ως το κόκαλο, ηδονιστής, μπον βιβέρ, διανοούμενος, ιδιοτελής και μαζί τρωτός κι ο ίδιος και τόσο μα τόσο ανθρώπινος κι αυτός με οδήγησε σχεδόν από την αρχή της σκιαγράφησής του στον Λιούις της εξαιρετικής νουβέλας του μεγάλου Γάλλου συγγραφέα Πωλ Μοράν, "Λιούις και Ειρήνη" και ιδού γιατί θεωρώ την κάθε ανάγνωση σαν ένα ξεχωριστό μονοπάτι που οδηγεί σ ΄ένα άλλο και αυτό σ΄ ένα τρίτο και πάει λέγοντας ή μάλλον διαβάζοντας!
Είναι εκπληκτικό το πως επικοινωνούν τα βιβλία κι οι ήρωές τους, δηλαδή οι κόσμοι και οι εποχές των ανθρώπων και η σοφία τους, η εμπειρία, η γνώση, ζυμωμένα κι εκφρασμένα μέσα από την Τέχνη σαν ελάχιστη αποτύπωση ,ξόρκι και φυλαχτό μα και ύψωση αναστήματος απέναντι στα κοινά και σπουδαία που τους ενώνουν και τους χωρίζουν στο πέρασμά τους από το τεράστιο, μυστηριακό, υπέροχο Σύμπαν μας :την ζωή και τον θάνατο.
Στον αντίποδα του Ζακ και γενικότερα των ανδρών και γυναικών του Παρισιού και την κυρίαρχη αντίληψη για το γυναικείο φύλο-οι γυναίκες κι εκεί διεκπεραιώνουν ρόλους, είναι δηλαδή σύζυγοι ή δούλες ή ερωμένες, κοινωνοί και οι ίδιες αυτής της εναντίον τους στρεφόμενης ανδροκρατικής σκέψης-βρίσκεται η Μάχρια, εκλεπτυσμένη, γυναικεία φιγούρα, που εκείνη τελικά παρά τις περιπέτειές της βρίσκει την εσωτερική δύναμη να κατανοήσει βαθύτερα τον κόσμο, την ζωή και τον θάνατο ή τουλάχιστον να παλέψει μη σταματώντας να κάνει το πιο βασικό: να μαθαίνει, να αποζητά εμπειρίες, να σκέφτεται, να επεξεργάζεται κριτικά την πολύτιμη ελευθερία, που η ίδια με τις δικές της πράξεις και τις συνέπειές τους αποκτά.

Επιστρατεύοντας την οξυδερκή ματιά της χειραφετημένης γυναίκας της εποχής μας, που μπορεί να είναι και δυναμική και ευαίσθητη και παράλληλα να μην διαπραγματεύεται την θηλυκότητά της, η Ρένα Πετροπούλου-Κουντούρη προσφέρει στο κοινό ένα πολύπτυχο ιστορικό μυθιστόρημα που κυκλοφόρησε από τον εκδοτικό οίκο Λιβάνη*  εμπνεόμενη από αληθινά γεγονότα που συνέβησαν σε κρίσιμες ιστορικές περιόδους στα Βαλκάνια αρχίζοντας από την Κρήτη και πετυχαίνει με αβίαστη γλωσσική άνεση να εμφυσήσει πνοή στα πρόσωπα της δικής της αφήγησης, αυτά που υποφέρουν σε ατομικό επίπεδο πολλαπλάσια την βία και τις αντιφάσεις των καιρών τους, γιατί αφήνονται σε καταστάσεις και οδηγούνται από συμπτώσεις και πάθη ,σε άλλες περιπτώσεις στην τελική λύτρωση και άλλες, τις περισσότερες, στην καταστροφή. 

Με κέρδισε λοιπόν η έντιμη, η στρωτή, ευφάνταστη και χωρίς επιθετικούς διαλόγους, η γενναιόδωρη προς το ευρύ αναγνωστικό κοινό** αυτή γραφή και με συγκίνησαν και πολλά-λιγότερο φανερά- στοιχεία της γραφής, για παράδειγμα το ότι η συγγραφέας δεν προσπάθησε να παλαιώσει το κείμενό της τεχνηέντως με μεγαλόστομες, ακαταλαβίστικες λέξεις που θα "φώναζαν" τις γνώσεις που από την πασίδηλη έρευνα που έχει προηγηθεί αποκόμισε αλλά που θα υπονόμευαν την μυθοπλασία και επέλεξε να συγγράψει κείμενο που ανασαίνει και βγάζει διαρκώς στην επιφάνεια την κριτική διάθεση που χρειάζεται η ανάγνωση της ιστορίας από την θέση του ανθρώπου του 21ου αιώνα. Το θεωρώ όλο αυτό λογοτεχνική αρετή και συγγραφική τόλμη.

Πιστή στην Βιβλιονέτ και στον μόχθο και το μεράκι που των ανθρώπων που την κρατούν προσβάσιμη και λειτουργική αντιγράφω απ΄ αυτήν εν είδει περίληψης το σχετικό κείμενο που φιλοξενείται στο οπισθόφυλλο του βιβλίου:
Κρήτη 1867, Λασίθι. Μες στην καρδιά της Κρητικής επανάστασης γεννιέται ένα κορίτσι, άνομος καρπός της κόρης ενός άρχοντα της περιοχής κι ενός αντάρτη. Το νεογέννητο δίνεται για υιοθεσία σε ζευγάρι Τούρκων, εν αγνοία της οικογένειας, ενώ ο παππούς του βρέφους τού χαρίζει ένα βαρύτιμο μινωικό κόσμημα, με την ευχή και την κατάρα να μην το αποχωριστεί ποτέ. Είναι συνυφασμένο με τη μοίρα του...Έτσι ξεκινάει η ιστορία της πανέμορφης Μάχρια, που θ' απλωθεί στη συνέχεια και θ' αγκαλιάσει την Κρήτη των αιματοβαμμένων αγώνων, την Κωνσταντινούπολη των χρόνων της βασιλείας του Αβδούλ Χαμίτ του Β΄, την Έφεσο, το Αιγαίο πέλαγος την εποχή του τέλους της πειρατείας, τη γοητευτική Μασσαλία και το κομψό Παρίσι των αρχών της Μπελ Επόκ.

Στο προλογικό της σημείωμα η Ρένα Πετροπούλου γράφει και φυσικά την τιμά που είναι τόσο ξεκάθαρη:

Οι χαρακτήρες του βιβλίου είναι προϊόν μυθοπλασίας, όπως και η πλοκή. Όπου εμφιλοχωρούν πραγματικά γεγονότα ή πρόσωπα, έχει γίνει προσπάθεια να ανταποκρίνονται με όσο το δυνατόν περισσότερη ακρίβεια στην ιστορική πραγματικότητα. Προς χάριν της αφήγησης προκρίθηκε ένας ουσιαστικός αναχρονισμός, που αφορά την ανασκαφή στην αρχαία Ελεύθερνα (νεκρόπολη πρωτομινωκών και αρχαϊκών χρόνων, η οποία βρίσκεται στο Ρέθυμνο, στους βόρειους πρόποδες του Ψηλορείτη).Στην πραγματικότητα, πρόκειται για πολύ μεταγενέστερη ανασκαφική εργασία.

Η συγγραφέας είναι πολυγραφότατη (θα αναφερθώ σύντομα και στα ωραία ποιήματά της, που μου ζέσταναν απίστευτα την καρδιά) και δραστηριοποιείται λογοτεχνικά και κοινωνικά στο Ηράκλειο της Κρήτης και το αναφέρω επαινώντας την γι αυτό, όπως επαινώ κι όλους εκείνους τους υπέροχους, καλλιεργημένους ανθρώπους που προσπαθούν να εκφραστούν καλλιτεχνικά εκτός Αθήνας. Υπάρχει ένας ολόκληρος κόσμος που προσφέρει και είναι πολύ εγωιστικό να τον ξεχνάμε.


Αγαπητή Ρένα, πρέπει να σ΄ ευχαριστήσω*** που μου πρόσφερες τον λογοτεχνικό σου μόχθο και σου χρωστώ μία όμορφη ημέρα στο ταπεινό μου σπιτάκι της Σαλαμίνας το κρυμμένο στα δέντρα και την γαλήνη της εξοχής, μέρα που κύλησε για μένα ήσυχα, ειρηνικά κι εκτός των άλλων και με ωραίο ταξίδεμα μέσα από το δικό σου βιβλίο σε άλλα που έχουν προηγηθεί και για τα οποία επίσης δεν ένιωσα ότι σπατάλησα τον χρόνο μου, βιβλία που άφησαν στην μνήμη έντονα τα χνάρια τους, νιώθοντας- και εκείνη την μέρα- τυχερή για τον τόπο στον οποίο ζω και ξεχνώντας για λίγο, αλλά όχι θάβοντας την οργή, το πώς οι εκάστοτε ταγοί της πολιτικής και του χρήματος θυσιάζουν κι αυτόν και μας και τους λαούς του κόσμου ρίχνοντάς μας σε πολέμους οικονομικούς και κυριολεκτικούς σαν τους τόσους που μαίνονται και αυτή την στιγμή στον πλανήτη μας...

*Από τις εκδόσεις Λιβάνη είχε κυκλοφορήσει και το αριστουργηματικό μυθιστόρημα "Το Άλικο και το Λευκό" του Michel Faber,ένα από τα πιο αγαπημένα μου αναγνώσματα τα τελευταία χρόνια(αν όχι το πιο αγαπημένο) που έχει εξαντληθεί πια και κάποιος πρέπει να φροντίσει να επανεκδοθεί

**Χαίρομαι όταν γράφεται καλή λογοτεχνία που είναι εύκολο να διαβαστεί από τον πολύ κόσμο. Τι ζόρι τραβάνε ορισμένοι με το ευρύ αναγνωστικό κοινό και από την μια το κολακεύουν (πελάτης γαρ) και από την άλλη το βρίζουν αδυνατώ να καταλάβω.
***Δεν γνώριζα προσωπικά την συγγραφέα όταν τα έγραφα αυτά -και δεν έχω αλλάξει ούτε λέξη, πιστέψτε με-αλλά τα ίχνη της στην αφήγηση και την τηλεφωνική επαφή που είχαμε κάποια στιγμή με δική της πρωτοβουλία και την ευχαριστώ γι αυτό μου άφησαν έντονη την αίσθηση ότι διάβασα το βιβλίο μιας ευγενικής και ταλαντούχας γυναίκας, που δεν θα την ενοχλούσε οικειότητα διαδικτυακή εκφρασμένη στον ενικό. Γνωριστήκαμε στην συνέχεια περισσότερο ,πάντα τηλεφωνικώς ,είπαμε πολλά και διάφορα ενδιαφέροντα και νιώθω ότι απέκτησα μια νέα φίλη με την οποία μας ενώνουν πολλά κοινά.


Τρίτη 16 Δεκεμβρίου 2014


Ποιήματα έρμαια

Μια μαξιλαροθήκη γέμισα σκόρπια ποιήματα,
ποιήματα που δεν έχουν πού να πάνε.
Στα κοιμητήρια της θάλασσας θ’ αναπαυτούν,
έρμαια ανυπότακτα στο πηγαινέλα των κυμάτων.



  Από την ανέκδοτη ποιητική συλλογή της Ρένας  Πετροπούλου Κουντούρη ''Μέλισσα ψυχή μου'' 

Τρίτη 2 Δεκεμβρίου 2014

‘’Κανείς δεν θέλει να πεθάνει’’

Της Κατερίνας Μαλακατέ

Εκδόσεις ’’Ο Κήπος με τις Λέξεις"

Γράφει η Ρένα Πετροπούλου Κουντούρη

 Θα μπορούσαμε άραγε λίγο πριν το θάνατό μας, μ’ ένα μαγικό τρόπο-εν προκειμένω μέσω ενός μενταγιόν με μυστηριακές ιδιότητες που έρχεται από τα βάθη των αιώνων -να αλλάξουμε σώμα; Να πάρουμε παράταση ζωής; Εμείς, ο καθένας μας, ένας αέναος ρους ενέργειας –κατά τον Ηράκλειτο- θα μπορούσαμε άραγε να μεταμορφωθούμε και να κατοικήσουμε σ’ ένα πολύ νεώτερο σαρκίο, σ’ ένα νέο, ζουμερό κορμί με προοπτικές ικανής επιβίωσης, αντί να’ ρθούμε αντιμέτωποι με τον τρόμο του θανάτου, την οριστική φυγή από τα γήινα, την προδιαγεγραμμένη πορεία προς το άγνωστο…Να ξαναγυρίσουμε στη μαύρη μήτρα του τίποτα,  όπως πριν από τη γέννησή μας;(Κατά τον Επίκουρο, τον Νίτσε και τον Καζαντζάκη).

Η ευφυέστατη αυτή ιδέα και σύλληψη παίρνει σάρκα και οστά μέσα από την σφιχτοδεμένη νουβέλα της φαρμακοποιού, αγαπημένης Blogger και βραβευμένης συγγραφέα της νέας γενιάς Κατερίνας Μαλακατέ ‘’Κανείς δεν θέλει να πεθάνει’’ που κυκλοφόρησε πρόσφατα από τις εκδόσεις ’’Ο Κήπος με τις Λέξεις".
Το βιβλίο θέτει προαιώνια ερωτήματα, ανατρέπει κεκτημένα, φλερτάροντας με την αθανασία, την φθαρτότητα, μέσα από ένα πυκνό κείμενο παραληρηματικής δράσης με εναλλασσόμενα πλάνα που διαρκώς εξελίσσεται.

Πατώντας πάνω σε μύθο και πραγματικότητα, η χαρισματική δημιουργός  σκιαγραφεί με σιγουριά και ευφυΐα τη μια σκηνή πίσω από την άλλη διατρέχοντας πότε μια τελματωμένη, γκρίζα μεγαλούπολη ευνουχισμένη από την κρίση (εν προκειμένω την Αθήνα), άλλοτε διακτινίζεται στη Μαύρη Ήπειρο και την Γηραιά Αλβιόνα, παραδίδοντάς μας ένα έργο πολύπλευρο με κεντρικό θέμα την υπαρξιακή αγωνία, με αλλεπάλληλες προεκτάσεις σε μόλις εκατόν τριάντα πέντε σελίδες.

Διαβάζουμε την περίληψη του έργου στο οπισθόφυλλο:
Μια ογδοντάχρονη Αγγλίδα, σε κώμα θα αλλάξει μια νύχτα κορμί με την τριαντάχρονη Ουκρανή που την προσέχει. Μεθυσμένη από την ξαφνική παράταση της ζωής, θα παραστρατήσει στα σοκάκια των Αθηνών, θα νιώσει κυνηγημένη, μόνη, θα φτάσει ως το τελευταίο σκαλί της εξαθλίωσης. Παράλληλα ένας μαύρος άντρας που δουλεύει στα φανάρια θα δει την πράσινη λάμψη που σκίζει τον ουρανό και θα ενεργοποιηθεί. Κι η δεκαοκτάχρονη εγγονή της Αγγλίδας με το κορμί που τόσο μοιάζει στη γιαγιά της θα φτάσει ως την τρέλα. Τι τους ενώνει; Ένα πράσινο αφρικανικό μενταγιόν, ένας Ινδός θεός εγκατεστημένος σε μια μονοκατοικία κάπου στις παρυφές της Αττικής και η πεποίθηση πως κανείς δεν θέλει να πεθάνει. 
Μια νουβέλα που πραγματεύεται τη ζωή και το θάνατο, την ύπαρξη του θεού ή και την ανυπαρξία, το τι θα έκανες την αθανασία αν στην χάριζαν έτσι ξαφνικά. Θέτει ένα σωρό ερωτήματα και φυσικά δεν απαντάει σε κανένα.

Η Κατερίνα Μαλακατέ χτίζει σταθερά το οικοδόμημα της αφήγησης,  κρατώντας γερές ισορροπίες ανάμεσα στη σοφία και την αθωότητα, στη γνώση και την αφέλεια, στην υποστήριξη αλλά και παράλληλα την απομυθοποίηση των κοινωνικών αξιών, με κυρίαρχο το πρόταγμα της αναζήτησης της αθανασίας, της παράτασης της ομορφιάς, της ατομικότητας έστω και μέσα σε ξένο, μετενσαρκωμένο σώμα, αλλά και της ισότητας ανάμεσα από την ιστορία του Αδάμ και της Λίλιθ, της πρώτης γυναίκας ίσης με τον άντρα, αυτής που υποστήριξε την ελεύθερη βούληση και πλήρωσε με το μεγαλύτερο κόστος, συμπαρασύροντας άθελά της-με τα αλλεπάλληλα τεκταινόμενα στη συνέχεια- το ανθρώπινο γένος σε διαρκή αγωνία θανάτου.
 Η πένα της διαπλέκει μυθοπλαστικούς χαρακτήρες, με την  αληθοφάνεια του σήμερα, με φόντο ρεαλιστικό απ' όπου ξεπηδάει ανεπαίσθητα το παράξενο, δημιουργώντας ένα ιδιοφυές μεταμοντέρνο μείγμα , χαρακτηριστικό της πολυπολιτισμικότητας της εποχής μας.
Οι ήρωες που κινούνται και αναπνέουν δίπλα μας, ταυτοποιούνται στα πρόσωπα πέντε γυναικών: Της ογδοντάχρονης ετοιμοθάνατης Αγγλίδας της Ελίζας που αρνείται να πεθάνει και βρίσκει έναν έξοχο τρόπο διαφυγής μέσα στο σώμα της Τάνια , της τριαντάχρονης Ουκρανής αποκλειστικής της νοσοκόμας, η οποία μπαίνει στον πειρασμό να κλέψει ένα πράσινο σμαραγδένιο μενταγιόν,- προφανώς αμύθητης αξίας- που κρέμεται από το λαιμό της γηραιάς ασθενούς που προσέχει. Το μενταγιόν αυτό έρχεται από τα βάθη του χρόνου και είναι το κέντρο γύρω από το οποίο άγεται και φέρεται η πλοκή, αφού μέσω αυτού γίνονται οι μετενσαρκώσεις της ίδιας ψυχής σε διαφορετικά σώματα.
Τα άλλα πρόσωπα του μύθου είναι η δεκαοχτάχρονη εγγονή η Λένα- και ακριβές αντίγραφό της Ελίζας στα νιάτα της-, η πενηντάχρονη άχρωμη και άοσμη Ρούλα , μητέρα της Λένας και η σαραντάχρονη πόρνη Άννα, που θα αποτελέσει την τελευταία και μοιραία μετενσάρκωση.

Οι ανδρικοί χαρακτήρες είναι :ο Αφρικανός Γουικιτάκα, που καθαρίζει τζάμια αυτοκινήτων, για τον δουλέμπορα Κώστα, όμως ο ίδιος δεν είναι αυτό που φαίνεται(είναι πρίγκιπας  της φυλής του, με βαριά κληρονομιά και αναζητά το κλεμμένο μενταγιόν), ο μυστηριώδης Ινδός Γκόπαλ, ένας σκληρός θεός που αλλάζει πρόσωπα και εμφανίζεται απρόσμενα κεντρίζοντας το μεταφυσικό ενδιαφέρον, ο Γερμανός Πέτερ, εραστής της Ελίζας στα χρόνια της ατίθασης νεότητάς της (πρόσωπο που ανακαλείται μέσα από φλας μπακ), ο Γιώργος γιός του Πέτερ και πρώτος εραστής της νεαρής Λένας, και τέλος ο  αγαθός, καλόψυχος Νίκος, γιός της ηλικιωμένης Ελίζας και πατέρας της Λένας, που προσπαθεί ολοένα να αμβλύνει τα κακώς κείμενα που συνεχώς προκύπτουν μέσα στην οικογένεια. Όλοι τους μπορεί κάλλιστα να είναι άτομα που συναντάμε στην καθημερινότητά μας, στο μεγάλο αχανές στόμα των μεγαλουπόλεων, που όλα τα αλέθει.
Άνθρωποι με ή χωρίς παρελθόν, είναι αναγκασμένοι να προσαρμοστούν, να δοκιμάσουν τις αντοχές τους, να καταλάβουν γιατί βρίσκονται εκεί και να ανακαλύψουν ή να επινοήσουν το νόημα της καινούριας ζωής τους. Το παρελθόν στοιχειώνει το παρόν και η απόπειρα χαρτογράφησης του σκοτεινού κόσμου του μύθου, εισβάλλει και επηρεάζει την πραγματικότητα. Ανάμεσα στα πάμπολλα ερωτήματα που εγείρει η παρούσα νουβέλα είναι η  στυγερή ανθρώπινη εκμετάλλευση, η ηθική συγκρότηση και το χτίσιμο της ατομικής ταυτότητας, τα ήθη και οι καταπιεσμένες επιθυμίες. Το θέμα της ηθικής, της ελευθερίας και δη του σεξ - κυρίαρχο και αναπόσπαστο μέρος της πλοκής-παραμένει  ανοιχτό σε πολλαπλές και αντικρουόμενες ερμηνείες.
Το ‘’Κανείς δεν θέλει να πεθάνει’’ διαθέτει πυκνότητα, απόρροια της ενασχόλησης της συγγραφέως με το διήγημα, ενώ η γραφή της χαρακτηρίζεται από την παντελή απουσία γλαφυρότητας και λυρισμού , είναι σταθερή, στακάτη, με την ελευθερία του  λόγου των νέων δημιουργών-οι επιρροές από τους Κάφκα, Πωλ Όστερ, Ντε Λίλο είναι εμφανείς, αλλά και από Λατινοαμερικάνους συγγραφείς π.χ. τον Κάρλος Φουέντες και την Ιζαμπέλ Αλλιέντε-ιδιαίτερα οι αναπαραστάσεις του τρόπου ζωής και των μυστηριακών τελετών των ιθαγενών φέρνουν στο νου εικόνες από την ‘’Πόλη των θηρίων’’-, η αφήγηση είναι τριτοπρόσωπη, καταιγιστική και δεν εξαντλείται σε μια ανάγνωση.
Οι διάλογοι μπαίνουν μόνο όπου χρειάζονται, λειτουργεί περισσότερο η εσωτερική αφήγηση-αναδίφηση, υπάρχει δράση παράλληλα με αναστοχασμό, οι εικόνες είναι πότε μαγικές και με έντονο στο στοιχείο του ονειρικού σε οτιδήποτε ανάγεται πίσω στο παρελθόν, με σαφή στοιχεία μαγικού ρεαλισμού, αλλά κυρίως σκληρές και αδυσώπητες, ιδιαίτερα όταν η Κατερίνα Μαλακατέ περιγράφει  με κοφτές, αλλεπάλληλες πινελιές το συμπαγές περίγραμμα της ζωής των ηρώων της( Τράφικινγκ, εμπόριο λευκής σαρκός, φυλακές, ζωώδη ένστικτα, μετανάστες- γκρίζα περιστέρια των φαναριών-, διαφθορά του συστήματος, αναλγησία αστυνομίας αλλά και από την άλλη διαπροσωπικές σχέσεις σε τέλμα, ανάγκη για τρυφερότητα και αποδοχή, κοινωνικό στάτους σε κατάσταση εκτάκτου ανάγκης. Γλωσσική ενάργεια, ύφος λεπτοδουλεμένο στην υπηρεσία ενός καυτού θέματος που άπτεται κοινωνικών, ψυχαναλυτικών και φιλοσοφικών ζητημάτων, ενταγμένων με μαστοριά στην πλοκή.
Ο τίτλος λειτουργεί ως σηματοδότης και ως αποτέλεσμα που είναι τελικά η επιτομή της ιστορίας . Η κάθαρση έρχεται τέλος με αιφνίδια ανατροπή, όπως ταιριάζει στους ψαγμένους δημιουργούς, σφραγίζοντας ένα αφάνταστα επίκαιρο έργο και μια από τις πιο ευφάνταστες και καλοδουλεμένες ιστορίες της σύγχρονης Νεοελληνικής Λογοτεχνίας.
Εύχομαι από καρδιάς, καλή συνέχεια σε μια πολλά υποσχόμενη πένα…


Δευτέρα 17 Νοεμβρίου 2014

Παρουσιάζεται και στο Ηράκλειο το νέο ιστορικό μυθιστόρημα της Ρένας Πετροπούλου Κουντούρη
                  ''Η Μάχρια της Λήθης'''

Σε ένα από τα πιο αγαπημένα βιβλία της φετινής χρονιάς εξελίσσεται το νέο ιστορικό μυθιστόρημα και δέκατο πέμπτο βιβλίο της Ηρακλειώτισσας ποιήτριας και συγγραφέως Ρένας Πετροπούλου Κουντούρη, ‘’Η Μάχρια της Λήθης ‘’που πρόσφατα κυκλοφόρησε από τις εκδόσεις Λιβάνη κι αμέσως αγκαλιάστηκε από το κοινό σε ολόκληρη την Ελλάδα.
’Η Μάχρια της Λήθης’’ είναι ένα καινοτόμο μυθιστόρημα, πολυφωνικό, σε πρωτοπρόσωπη αφήγηση με ιδιαίτερο ύφος και στυλ. Ένα έξυπνα γραμμένο μυθιστόρημα, το οποίο άνετα κατατάσσεται στα ιστορικά καθώς το περιβάλλον στο οποίο κινούνται τα πρόσωπα είναι ιστορικά τεκμηριωμένο, και είναι φανερό όχι έχει καταναλωθεί χρόνος αρκετός για μελέτη προ συγγραφής. Πολυπρόσωπο, με εναλλαγές πολλών τόπων, εκδηλώσεων, εθίμων και παραδόσεων, κλειστών κοινωνιών με προκαταλήψεις, και με κοινό άξονα όλων την ιστορία που δένει τους πρωταγωνιστές, το έργο κινείται το δεύτερο μισό του 19ου αιώνα στο Λασίθι στην τουρκοκρατούμενη Κρήτη, στις πολυπολιτισμικές Σμύρνη και Κωνσταντινούπολη, στο Αγιασολούκ -πόλη κοντά στο Κουσάντασι-, στη Μασσαλία και στις γειτονιές του Παρισιού του Τουλούζ Λωτρέκ. Σε όλα αυτά τα μέρη η συγγραφέας αποδίδει με μεστό, ζωντανό και δυναμικό τρόπο τις πολλαπλές μεταβάσεις των προσώπων, τα οποία, επεξεργάζεται με κάθε λεπτομέρεια. Τα αναλύει, τους ασκεί κριτική, τα αξιολογεί παρουσιάζοντάς τα με έξυπνο τρόπο, μέσω των ίδιων των εαυτών τους. Το κείμενο προέρχεται φανερά από μια αστείρευτη πέννα που ιντριγκάρει τον αναγνώστη και δεν τον αφήνει να ξεκολλήσει από την μελέτη του, ’’γράφει στην βιβλιοκριτική της η Ιστορικός και συγγραφέας Ευρυδίκη Λειβαδά.
 Το βιβλίο έχει ήδη παρουσιαστεί με επιτυχία στη Σητεία, τα Μάλια και την Αθήνα , ενώ έχει αποσπάσει εξαιρετικές κριτικές. Ακολουθούν παρουσιάσεις σε Ρέθυμνο, Χανιά, Άγιο Νικόλαο και Θεσσαλονίκη. Στο Ηράκλειο παρουσιάζεται την Πέμπτη 20 Νοεμβρίου, στις 7.30 μμ στο Επιμελητήριο Ηρακλείου.

ΠΡΟΣΚΛΗΣΗ

Το 1ο ΕΠΑ.Λ. Ηρακλείου, το Βιβλιοπωλείο ’’Φωτόδεντρο’’ και ο Εκδοτικός Οργανισμός Λιβάνη
έχουν την ευχαρίστηση να σας προσκαλέσουν στην παρουσίαση
του νέου βιβλίου της ποιήτριας και συγγραφέως Ρένας Πετροπούλου-Κουντούρη με τίτλο

Η ΜΑΧΡΙΑ ΤΗΣ ΛΗΘΗΣ


                την Πέμπτη 20 Νοεμβρίου 2014, στις 19:30 στο Επιμελητήριο Ηρακλείου,
Κορωναίου 9
(αίθουσα Καστελλάκη)

Για το βιβλίο θα μιλήσουν

Ελπινίκη Νικολουδάκη- Σουρή, Καθηγήτρια Παιδαγωγικού Τμήματος του Πανεπιστημίου Κρήτης

                  Δημήτρης Περοδασκαλάκης, Φιλόλογος, ποιητής

Αποσπάσματα  θα διαβάσουν

Ελένη Μωυσιάδου Δοξαστάκη , Φιλόλογος, ποιήτρια
                         Μαρία Φραγκιαδάκη, Φιλόλογος
                                                  
                             και ο Λευτέρης Διγενάκης


             Στο πιάνο η Πιανίστα και Καθηγήτρια Μουσικής, Λίλυ Δάκα
                            Ερμηνεύει η Ουρανία Φθενάκη

                    Λύρα, τραγούδι: Ναπολέων Τσακαλάκης

           Συντονίζει ο Ζαχαρίας Κατσακός, D.E.A  Νεοελληνικής Φιλολογίας - Κριτικός                                                                                                  Λογοτεχνίας


Δευτέρα 10 Νοεμβρίου 2014

Ναταλία Ταμιωλάκη

‘’Τα πρώτα και τα έσχατα’’

Εκδόσεις ’’Οσελότος’’

Γράφει η Ρένα Πετροπούλου Κουντούρη


Η Ναταλία Ταμιωλάκη  στην δεύτερη ποιητική της συλλογή  ‘’Τα πρώτα και τα έσχατα’’ που εξεδόθη πρόσφατα από τις εκδόσεις ’’Οσελότος’’ μας κάνει κοινωνούς στην επαφή της με το θείο μέσω της προσευχής, της απόλυτης πνευματικής επικοινωνίας με το ανώτερο ον, σε μια εκ βαθέων συνομιλία του εσώτερου εαυτού της που δονείται παράγοντας ποιητικό λόγο. Λόγος βαθύς, παρακλητικός , ενίοτε επικριτικός που αποκρυπτογραφείται μέσω της προσεκτικότερης ερμηνείας ορισμένων στοιχείων.

Τα βράδια η ανάσα μου τραντάζει σα σεισμός τις ρίζες/
Φυσάει τα κλαδιά, μέχρι που να τα ρίξει όλα χάμω/
Μέχρι να τα καρφώσει δυνατά
Στο μάρμαρο της νύχτας και του ύπνου/

Το ποιητικό σώμα χωρίζεται σε δυο μέρη (Απολογισμός –πέντε ποιήματα -και Δέκα Προσευχές). Η επιλογή των ποιημάτων απευθύνεται σε αναγνώστες που αγαπούν την χαμηλόφωνη ποίηση , πρόκειται για μια φιλοσοφική θέαση περί συνείδησης και ψυχής, όπου ανήκουν τα άρρητα και τα άδηλα τούτου του κόσμου

‘’Στυφή η γεύση της επιθυμίας στο σκοτάδι/
και με σκληρά φωνήεντα ψελλίζονται οι ευχές μας’’

Με διαγραμμένη σαφήνεια η ποιήτρια κραυγάζει προσευχές ιερουργώντας με τις λέξεις, μετατρέποντάς τις  σε ζωογόνο δύναμη.

,’’Κύριε ουκ απέστης πάντα ποιών/. Για να βαδίσουμε χρόνια στα χιόνια/, Εσύ νικητής κι εγώ νικημένος’’/

Με μιαν αφή, που ξεπερνά τις άκρες των δαχτύλων και προχωρά, ψηλαφητά/

Ευφυής ο τρόπος που παίρνει σχήμα και χρώμα το μυστήριο του χρόνου και το αίνιγμα του θανάτου, τα εύθραυστα όρια αθωότητας και ενοχής

Δεν είμαι πέτρα να χτυπήσεις και να τρέξει φως
Ή
Εσύ το διάνυσμα/κι εγώ δρομέας που κινάει/
Και ποτέ δε φτάνει/

Δεν ψάχνω για άλλη Ιερουσαλήμ./ Οι ύμνοι μου αινούν αυτήν εδώ/

Η Ναταλία Ταμιωλάκη καταφεύγει στην ποίηση , μεταπλάθοντας τα βιώματά της σε λέξεις, με την αδυσώπητη αλήθεια του δοκιμασμένου, παραδίδοντας διδάγματα καθημερινού στοχασμού ,με το «Εσύ», είτε ως alter ego της δημιουργού, είτε ορίζοντας τον Θεό ως συγκεκριμένο αποδέκτη. Διαλεκτική με το θείο αποτελούν, τρόπον τινά , οι δέκα προσευχές της, με τις οποίες η ποιήτρια συνδιαλέγεται και αναδιφά τον τετελεσμένο και τον μέλλοντα χρόνο, τον αόρατο πόλεμο εντός κι εκτός μας, την επώδυνη ερωτική ματαίωση.
Διακρίνονται επιρροές από τον Σικελιανό’’ όλη μας η ζωή σπουδή θανάτου θα πρέπει να είναι για να μπορέσουμε, τελικά, να τη ζήσουμε να τη χαρούμε’’

’’Κύριε, πεθαίνουμε μπροστά σου/με την ελπίδα πως θ’ ανθίσουν άγρια τριαντάφυλλα στον ίσκιο μας/

Αλλά και από τον μεγάλο Αλεξανδρινό

’’Που ξέρεις; Ίσως στο τέλος της διαδρομής, να έχουμε διδαχθεί/εσύ την άγνοια/ και εμείς μια κάποια βεβαιότητα/ Απολογισμός σελ 9

Ο αναγνώστης δέχεται περίτεχνη επίθεση συναισθημάτων φόβου, απόγνωσης, μελαγχολίας, απώλειας, οδύνης, θραύσματα από ανεκπλήρωτα ερωτικά συναισθήματα, που όμως δεν αποπνέουν ούτε στο ελάχιστο δυστυχία ή παραίτηση, μόνο λιτή εκφραστικότητα κι ευαισθησία μετατρέποντας το κύμα της θλίψης σε ισχυρή ποιητική φωνή .

 ’’στις άκρες του αχνού, λιγνού φωτός σου/’’
                                      ή
‘’Μόνο μαζί-πόση φωνή να στύψει το σκοτάδι;’’/Φυλακή σελ.10

 ‘’Μην έλθεις φέρνοντας ξεφλουδισμένες αγκαλιές’’

‘’Πες μου ένα λόγο για να περιμένω /στην αγκύλη της υπομονής’’

Το ποιητικό σύμπαν της συλλογής είναι φτιαγμένο από ήλιο, σκοτάδι, σκιές, χιόνι, πέτρες , ψάρια, θάλασσες, παραμύθια, άνθη, δέντρα, πουλιά. Στην αυτόδηλη ομορφιά τους, η δημιουργός  βλέπει την κίνηση της ανύψωσης ή της καταβύθισης. Αβίαστα μετατρέπεται σε υποδοχέα αντιθέσεων.

Να καταγγείλω όλες τις νομοτέλειες/τις εξισώσεις της μοίρας, τη διαλεκτική της φθοράς/Μια άλλη ύλη αξίζει της ζωής του κάθε ανθρώπου/.

Θα’ ναι η πνοή μου./
Που θ’ ανεβαίνει κατά Σένα/,
Ενώ εγώ θα λιώνω πίσω ολάκερη/
Μέσα σε ξένο θυμιατό/


Πάθος και ικεσία μέσα σε δέκα προσευχές και πέντε απολογισμούς , λόγος ακμαίος που πηγάζει από τους χάρτες της ψυχής. Χάρτες, οι οποίοι φαίνεται να μην είναι αδιέξοδοι. Πάντα υπάρχει ένας δρόμος , μια ελπίδα. Χάρτες με διακριτές συντεταγμένες, όπου σε βρίσκει η ποίηση…




Τρίτη 4 Νοεμβρίου 2014

Το Βιβλιοπωλείο-café Booktalks και ο Εκδοτικός Οργανισμός Λιβάνη
έχουν την ευχαρίστηση να σας προσκαλέσουν στην παρουσίαση
του νέου βιβλίου της συγγραφέα Ρένας Πετροπούλου-Κουντούρη με τίτλο

Η ΜΑΧΡΙΑ ΤΗΣ ΛΗΘΗΣ


την Παρασκευή 7 Νοεμβρίου 2014, στις 19:30,
στο χώρο του βιβλιοπωλείου
(Αρτέμιδος 47 & Αγ. Αλεξάνδρου 58, Π. Φάληρο).

Για το βιβλίο θα συνομιλήσουν η Βιβή Γεωργαντοπούλου,
συντονίστρια της Λέσχης Ανάγνωσης Degas,
και η συγγραφέας.
Αποσπάσματα  θα διαβάσει
ο ηθοποιός και σκηνοθέτης Παναγιώτης Βασιλείου.

Πληροφορίες: Βιβλιοπωλείο Booktalks, τηλ.: 210 9802520.



  

Δευτέρα 27 Οκτωβρίου 2014

Δημήτρης Περοδασκαλάκης

Επι γαν μέλαιναν

Εκδόσεις Γαβριηλίδης , Αθήνα 2012

Γράφει η Ρένα Πετροπούλου Κουντούρη

        Επίγευση του τόπου και της εποχής 

Στην  τρίτη ποιητική του συλλογή  που φέρει τον τίτλο Επί γαν μέλαιναν, ο Δημήτρης Περοδασκαλάκης συνδιαλέγεται με την Ιστορία, καθώς και τον εικονοποιημένο και ταυτόχρονα φιλοσοφικό στοχασμό, κομίζοντας στην ποίηση των καιρών μας των λέξεων την μουσική , την επιλεκτική αναζήτηση
στοιχείων, προσώπων και συμπεριφορών μέσα από την καθημερινότητα, ένα παιχνίδι γρίφων του λόγου με τον τόπο. Ευαίσθητος, ευφυής, με έκδηλη ευγένεια και λεπτότητα, με ικανή παιδεία που διαφαίνεται πηγαία μέσα από τους στίχους του, θυμοσοφικός, αινιγματικός, ταλαντούχος και αυθεντικός , όλα τούτα τα γνωρίσματα είναι του ανθρώπου και του έργου του μαζί.

Ο ποιητής στέργει να ψάλλει τις στιγμές, το κέντρισμα, τ’ ακούσματα, την Ιστορία σε πρώτο πλάνο αντάμα με το σήμερα. Καταγράφοντας στιγμιότυπα με το μάτι του περαστικού διαβάτη, αναπλάθει μνήμες δίχως αφηγηματικά φίλτρα, εκμαιεύοντας συγκίνηση μέσα από μια ευφυέστατη, λιτή γραφή με την ακαριαία ματιά ενός φωτογραφικού κλικ, που αποτυπώνει την στιγμή, μετουσιώνοντάς την σε στιβαρό ποιητικό λόγο.

Η τελευταία του ποιητική συλλογή μοιράζεται σε τρείς ενότητες: Επί γαν μέλαιναν (αντλημένη από ποίημα της Σαπφούς),
Στον Χάνδακα εκτάκτως και Πυξ λαξ Αναστάσιμο.

Ο κόσμος του Δ.Π. στο πρώτο μέρος Επί γαν μέλαιναν , ξετυλίγεται μπροστά μας, γήινος, ζωντανός, με την φρέσκια ματιά του παρόντος αλλά και αυτή  τη νοσταλγική του παρελθόντος σε διαδοχικά, επαγωγικά επεισόδια και μορφές βαθύτατα εντυπωτικές( Η υδρόγειος σε κάδο, Η Τάξη, Νάντια Ανζουμάν ), ενώ ο δημιουργός –συχνά με λέξεις ή στίχους δάνεια από τον Ησίοδο και την Σαπφώ, τον Ηράκλειτο ή τον Χαίλντερλιν και τον  Miklos Radnoti ή ακόμη και από τροπάρια ή ψαλμούς της θείας Λειτουργίας - αναπαριστά στην παλαίστρα του λόγου τον αδυσώπητο αγώνα του καθενός μας με τον εαυτό του, ιδιαίτερα στην κορύφωση του τέλους, προσδίδοντας δύναμη ικανή στο όλο ποιητικό σύνολο.

Χαμαιγενείς άνθρωποι κατοικούν τη γη/κι όμως ψηλότερα μπορούν να πάνε/
ή
Ο εμετός της Ιστορίας, τι δυσώδης /σαν την πληγή του Φιλοκτήτη
ή
Πτώμα ο λόγος όζει ήδη στο κενό/

Οι ρίζες του υπεδάφους της ποίησης, που λίγο πολύ είναι οι ρίζες μας , η ζεστή αίσθηση της σκοτεινής γης, η μνήμη που φωλιάζει σε κρυμμένες εσοχές,  η υλικότητα των ανθρώπων- τόσο γήινοι, τόσο σωματικοί, τόσο άνθρωποι- σφύζουν στην ποίηση του Δημήτρη Περοδασκαλάκη, συμμετέχοντας σ’ ένα εν εγρηγόρσει όνειρο που μιμείται την πραγματικότητα.

Διψούν οι άνθρωποι διψούν/ τον κόσμο που τους δόθηκε να ζήσουν/
μαζί διψά κι ο θάνατος/ όσο νερό κι αν πίνει/Είν’ αλμυρή η σάρκα των ανθρώπων.
                                 (Δίψα σελ.42)

Τόσα παπούτσια που πηγαίνουν τους ανθρώπους/
σε δρόμους ποιους τα βήματά τους οδηγούν;
                                       (Παπουτσωμένοι μινώταυροι σελ.55)

Τόσο στην δεύτερη όσο και στην τρίτη ενότητα της συλλογής (Στον Χάνδακα εκτάκτως και Πυξ λαξ Αναστάσιμο) η πόλη είναι αυτή που δονεί, ταλανίζει, εμπνέει τον ποιητή, τον κάνει ν’ αναρωτηθεί, να πλάσει, ν’ αναζητήσει θαύματα. Θαύματα που συμβαίνουν δίπλα μας και περιμένουν κάποιον να τ’ ανακαλύψει.

Τα μνημεία
-Μαρτινέγκο, Πύλη Παντοκράτορα, Ναός Αγ. Πέτρου-
τ’ αγάλματα
-Ελ Γκρέκο, το άγαλμα του Αγνώστου στρατιώτη -
κάποιες χαρακτηριστικές φιγούρες της πόλης του Ηρακλείου
 –Ο κλόουν στα Λιοντάρια, Του μπάρμπα Φώτη τ’ αργαστήρι, Αδάμης, ο ηφαίστειος σιδεράς , ο γέρων παπάς της γειτονιάς-
καθώς και η φύση με την θέα της
μικρούλα μια ροδομηλιά/τρεμόπαιζε στο δείλι με τους ύμνους/

ντύνονται με το φίνο ένδυμα των στίχων, που υφαίνουν η νόηση, η ανάμνηση και η έμπνευση, συνυπογράφοντας μικρές παραστάσεις, δηλωτικές εκφάνσεις του ωραίου.

Ο ποιητής πολεμά στην δική του γλώσσα με την ειδική οικονομία των λέξεών της, απέναντι σε ότι τον στοιχειώνει και τον γητεύει , έχοντας ως αφετηρία τον δικό του τόπο κι εποχή . Εναγώνια μυστικός ή μεταφυσικός στα ποιήματα (Εκτάκτως ο Λόρκα στο Χάνδακα, Ο Δομίνικος στο πάρκο, υπέροχα ποιήματα και τα δυο)

με θραύσματα μαγικού ρεαλισμού στις ‘’Σκαλωσιές’’

Δίπλα στη θάλασσα πόσα κελιά/τάφοι κοχύλια που βουίζουν ψαλμωδίες-

όπως και στο ποίημα ’’Αδάμ που ει;’’

Δυο φλογισμένοι κότσυφες/με μια αστραπή στο ράμφος τους/έγιναν άνθρωποι γυμνοί που’ φυγαν απ’ το δέντρο/

συμπυκνώνει και μεταδίδει βέβαια και ποιοτική ποιητική συγκίνηση.

Στο ‘’Θερινό σινεμά’’ καταθέτει περίτεχνα ευρηματική μνήμη και φαντασία χωρίς εξιδανικεύσεις,
ενώ το θρησκευτικό στοιχείο( το θείο και οι τελετουργίες του) αποτελεί από μόνο του μια ολόκληρη θεματική ενότητα –Πυξ λαξ Αναστάσιμο(Άγγελος της Πρωτομαγιάς, Πωλείται, Το μάθημα,
Δια χειρός, Για λίγη λάμψη, Λόγος γεγραμμένος, Πυξ λαξ αναστάσιμο).

Ένα ακόμα στοιχείο που είναι ολοφάνερο μέσα στο παρόν ποιητικό έργο, είναι η κοινωνική ευαισθησία που διέπει τον ίδιο τον Δ.Π. και η θέση που παίρνει απέναντι στις ευαίσθητες (αν και πολλάκις άγρια λοιδορούμενες στην εποχή μας)κοινωνικές ομάδες
(Τρίτη ηλικία, άτομα με ειδικές ανάγκες, μετανάστες, άτομα που διώχθηκαν από απολυταρχικά καθεστώτα ή ανήκουν σε χαμηλά κοινωνικά στρώματα), η οποία τον ωθεί να γράψει μερικούς από τους
πλέον έξοχους στίχους του (Νάντια Ανζουμάν-από τα ωραιότερα μικρά ποιήματα της συλλογής),

Είναι η Νάντια Ανζουμάν/’εαρ γλυκύ στον κήπο της Χεράτ

Μοίρα Αλλοδαπή, Του κανενός το τζάκετ, η κόρη της Βεργίνας, Αθηνά και Ορέστης ανίατοι, δυο γέροντες Δεκέμβρη στο μπαλκόνι) αποδεικνύοντας την ποιότητά του σαν άνθρωπος και σαν δημιουργός.

 Ένα από τα τεχνάσματα του ποιητικού λόγου , που γνωρίσαμε κυρίως στον Καβάφη, είναι η χρήση της ειρωνείας. Ο Περοδασκαλάκης την υιοθετεί μ’ επιτυχία, σε αρκετά ποιήματα του γ’ μέρους και δεν διστάζει να την μεταχειριστεί με θελκτικό τρόπο. Δεν την αφήνει να διαποτίζει ολόκληρο το ποίημα, αλλά απλά της επιτρέπει να ξεπηδά στους δυο τελευταίους στίχους, λειτουργώντας παραινετικά και με μιαν ιδιαίτερη κομψότητα:

Πιο συνθηματικός να γίνεις ουρανέ/η πόρτα δεν ανοίγει σε αγνώστους/

Δρομέας νύχτας/
Ανύποπτος για τα τροχαία δωματίου/

Έχει οπωσδήποτε αλλάξει η τεχνική/ωστόσο η Ιστορία παραμένει/το πιο διάσημο του κόσμου bodyline./

Στην παρούσα συλλογή είναι εμφανής η βαθιά οικείωση του ποιητή με την Σπιναλόγκα-τρία ποιήματα της ανήκουν- και με ότι αυτή σηματοδοτεί- ουσιαστικά το καθεστώς της αρρώστιας,

Μακρύ τ’ αγκάθι φυτεμένο στο νησί/
Χανσενικών γενιές σ’ αγκίστρι μοίρας/
Καλές ψαριές ενός γιατί/
Που τρύπησε βαθιά ψυχή και σώμα./
                                         (Σπιναλόγκα Ι σελ.36)

σε μεταφυσικές παραλλαγές που ανατροφοδοτούν την θλίψη και το ζόφο -
Απέναντι η Σπιναλόγκα/
Πανσέληνοι νεκροί σκαρφαλωμένοι στα τειχιά/
Στήνουν τ’ αυτί τους για ν’ ακούσουν/
                                    (Πυξ λαξ αναστάσιμο σελ72)

πασχίζοντας ωστόσο να βρει τρόπους εξόδου από έναν κύκλο φθοράς και θανάτου.

Η αναδρομική βίωση επαναφέρει στην επιφάνεια την οδύνη της απώλειας
Έφυγε ξαφνικά ο ποιητής-/
ήταν Χριστούγεννα που ο θίασος τον πήρε.
Έμεινε μόνο το σκυλί στο Θροφαρί/
‘’Γραμματική’’ το φώναζε./
                                ( Κόκαλο χάρτινο, μνήμη Αργύρη Χιόνη)

Παρακάτω ένας πρωτογενής ρυθμός (μελωδία)εκπορεύεται από την μαιανδρική κίνηση-βοή χορού αρχαίας τραγωδίας
 Θα χάσει η γη / θα χάσει η γη / Δεν το μπορεί / Δεν το μπορεί / Το μελανό της χρώμα
(Αλλαγή χρώματος)

ενώ η αυθεντική δραματική διάσταση στο ποίημα ‘’Τηλέφωνος θάνατος’’, λειτουργεί ως σηματωρός.  

Πως ταξιδεύει απ’ το τηλέφωνο ένας θάνατος;
Ποιο ρυμουλκό τον φέρνει στη ζωή μας;

Η ποιητική της αφήγησης συντίθεται ανάλογα με τα υλικά που διαθέτει ο δημιουργός  και αναδεικνύεται ανάλογα με τις ικανότητες, την φαντασία και την εμπειρία του.

Μα που αλλού να ολολύξω;/

Πόνος δικός μου είναι ο κόσμος/
Και μαύρο πάντα το κακό/
Όσο κι αν του λευκαίνουνε τα δόντια/
(Πυρκαγιά)

Σημασία έχει η αίσθηση και η επίγευση που αφήνει τελικά στον αναγνώστη η εκάστοτε κοινωνία του με τον ποιητικό λόγο. Και η επίγευση που αφήνει η ποίηση του Δημήτρη Περοδασκαλάκη είναι  πολυεπίπεδη, λεπταίσθητη και συνάμα δυνατή, όπως αυτή ενός εξαιρετικού και σπάνιου κρασιού που προορίζεται για απαιτητικούς ουρανίσκους.

Τα άψογα αισθητικά και μορφικά τούτα ποιήματα, που μας παραδίδει ο σεμνός, σπουδαίος ποιητής των Νεοελληνικών γραμμάτων, τα γραμμένα με  έμπνευση και μεγάλη γλωσσική και τεχνική δεινότητα , συμπεριλαμβάνονται  σ’ αυτά τα έργα, που μόνον  οξυδερκείς δημιουργοί-παρατηρητές και αναπλάστες μπορούν να συλλάβουν και να αποτυπώσουν με την τέχνη τους διαχρονικά.


 Η παρούσα βιβλιοκριτική δημοσιεύθηκε στο τελευταίο τεύχος του ηλεκτρονικού Λογοτεχνικού περιοδικού Poema, στη στήλη Δοκίμια 

Παρασκευή 17 Οκτωβρίου 2014

Η ΣΙΩΠΗ ΤΩΝ ΧΡΥΣΑΝΘΕΜΩΝ

Το λεπτό άρωμα των χρυσανθέμων,
φθινόπωρο πάντα ξυπνά.

Άφθονα , φορτωμένα χρώματα
που κρύβει στην παλέτα της η πλάση, 
μοναδικά ακκίζονται,
σε κήπο, γλάστρες ή σε βάζο διάφανο.

Αίσθηση προμηνύουνε βροχής
κι έκρηξη ομορφιάς προσφέρουν.

Χρυσάνθεμα , λουλούδια μελαγχολικά,
δίκαια σας υμνούν οι ποιητές,
με φαντασία σας απεικονίζουν οι ζωγράφοι.

Ανακαλύπτουν -όπως μόνο αυτοί γνωρίζουν-,
μες στη νωχέλεια και την απλότητα ενός μπουκέτου,
την ομορφιά ,  που η φύση τους αποζητά,
ανάκατη με θλίψη.

Μες στη σιωπή των χρυσανθέμων,
των μελωδών ο οίστρος κρύβεται.

                                              Ρένα Πετροπούλου Κουντούρη

Από ανέκδοτη ποιητ. συλλογή του 2000

Τρίτη 30 Σεπτεμβρίου 2014

ΑΦΙΕΡΩΜΑ ΣΤΟ ΕΡΓΟ ΤΗΣ  ΙΣΜΗΝΗΣ ΚΑΠΑΝΤΑΗ

ΓΡΑΦΕΙ Η ΡΕΝΑ ΠΕΤΡΟΠΟΥΛΟΥ-ΚΟΥΝΤΟΥΡΗ

Τι ακριβώς κάνει ένας συγγραφέας όταν δοκιμάζει να ανασυστήσει το μακρινό παρελθόν; Μπορεί να αναδιοργανώσει και να βάλει σε τάξη πολλές και διαφορετικές μεταξύ τους εποχές ή είναι σε θέση να αναπαραγάγει τα επεισόδια μιας και μόνης περιόδου, ενώνοντας τα με μια κοινή κλωστή, που θα αποτελέσει τον μίτο του μύθου; Η Λογοτεχνία πάντως, ζει στιγμές εξαιρετικές όταν ο συγγραφέας μπορεί όχι μόνο να στήσει μυθιστορηματικούς ήρωες με γνωρίσματα συνόλου, αλλά και να τους ‘’τρέξει’’ με ιστορική γνώση στις μυθοπλαστικές διαδρομές της επιλογής του.
Η πολυβραβευμένη Ισμήνη Καπάνταη , φτιάχνει κείμενα που καταδύονται στην Ιστορία για να αναζητήσουν στις ρίζες μας στοιχεία ταυτότητας. Η επιτυχία της συνταγής  δεν έγκειται μόνο στην αναθεωρητική ματιά με την οποία η συγγραφέας κοιτάει την Ιστορία. Πιο πολύ βαραίνει η τραγική φύση των  πρωταγωνιστών των έργων της, -που μας κάνει να αντιληφθούμε αλλά και να συμμετάσχουμε στην περιρρέουσα ατμόσφαιρα αρχαίας τραγωδίας , που κυριαρχεί στα περισσότερα  κείμενα της-, καθώς πρόκειται για έργα,  που εμβαθύνουν πέρα από τα γεγονότα, δρώντας κατευθείαν μέσα στον ψυχισμό των ηρώων. Τα διλλήματα που τους ταλαιπωρούν, οι εσωτερικές συγκρούσεις που κορυφώνονται μέσα τους, το αίμα που ξυπνά και ζητά μερίδιο στη ζωή, στήνουν με αυθεντικότητα το σκηνικό του εκάστοτε μυθιστορήματος, όπου το δράμα-στην συντριπτική πλειοψηφία του-βρίσκει πρόσφορο έδαφος για ν’ ανθίσει.


Όταν είχε κυκλοφορήσει το ’’Επτά φορές το δαχτυλίδι’’ από τις εκδ. ‘’Εστία’’, ο Άλκης Αγγέλου στο Βήμα, έγραψε:’’ Είναι ένα έργο τολμηρό, που εισβάλλει ηρωικά στον χώρο της Τουρκοκρατίας και τον αλωνίζει από πάνω ως κάτω . Η Ισμήνη Καπάνταη , διανύει την ωριμότερη, πλέον αριστοτεχνική και την περισσότερα υποσχόμενη περίοδό της. Ώριμο, πλούσιο ταλέντο που εκδηλώνεται εικονογραφικά, παίζοντας το παιγνίδι ενός ευέλικτου κινηματογραφικού φακού.’’ Το συγκεκριμένο έργο, ως προς τη θέση του στην Ελληνική Γραμματεία, βρίσκεται στο κομβικό 1989, χρονιά που θα μπορούσε να θεωρηθεί σημείο καμπής, καθώς η ελληνική λογοτεχνία κατάφερε να σημειώσει μια εντυπωσιακή άνοδο , ανεβάζοντας ιδιαίτερα το επίπεδο της πεζογραφίας μας. Ουσιαστικά τα έργα της δεκαετίας του 90’ αλλάζουν σιγά-σιγά μορφή και από την ατονία της στεγνής ρεαλιστικής γραφής περνούν στην μεταμοντέρνα περίοδο μιας ουσιαστικής διαλεκτικής με την ιστορία και το παρελθόν. Ιστορικό μυθιστόρημα δεν σημαίνει πλέον  μονοδιάστατη ανάπλαση μιας άλλης εποχής, αλλά προσπάθεια για εθνική αυτογνωσία, προβληματισμός πάνω στην ταυτότητα. Το ‘’Οχτώ φορές το δαχτυλίδι’’ , που επανεκδόθηκε πρόσφατα από τις εκδ. Καστανιώτη, είναι ουσιαστικά η νέα, συμπληρωμένη εκδοχή αυτού του κλασσικού βιβλίου, το οποιο εκτείνεται χρονικά μέχρι τα τέλη του εικοστού αιώνα, ολοκληρώνοντας έτσι έναν θεματικό κύκλο , που αρχίζει από τις πρώτες εξεγέρσεις επί Τουρκοκρατίας και κλείνει στην Πράσινη γραμμή της μαρτυρικής Κύπρου. Πρόκειται για οχτώ πλέον ιστορίες, εμπλουτισμένες και αναθεωρημένες,  όπου το δαχτυλίδι παίζει ρόλο κυρίως συμβολικό.
Τα χαρακτηριστικά στοιχεία που προσδιορίζονται , καθορίζοντας μ’ αυτό τον τρόπο το συγγραφικό έργο της Ισμήνης Καπάνταη στο σύνολό τους,  είναι η ποιητική γραφή, το φιλοσοφικό υπόβαθρο, η γοητευτική αναπαράσταση της εκάστοτε εποχής, -αρκετά πιστή, προϊόν άλλωστε ενδελεχούς  έρευνας της συγγραφέως,- ο προσδιορισμένος τόπος και χρόνος, το υγρό στοιχείο σε όλες του τις μορφές, ο κύκλος-καμπύλη, το χώμα, το αίμα, ο έρωτας, το πάθος,  η τραγικότητα, η μοναξιά, το αναπότρεπτο και μη αναστρέψιμο γεγονός του θανάτου, το μυστήριο, το θαύμα και η εκπλήρωση του χρέους. Στα μυθιστορήματα της συνυπάρχουν η αντιπαράθεση, η πάλη, η σύγκριση, η αντιπαραβολή, ο συσχετισμός διαφορετικών νοοτροπιών όπως π.χ. Νησιώτης με Ηπειρώτη, Χριστιανός με Μουσουλμάνο κ. λ. π. Είναι επίσης προφανής η επίδραση των ιδεών του Διαφωτισμού. Αυτό διαφαίνεται καθαρά επειδή η λογοτέχνης υποστηρίζει μέσω της γραφής της,  ότι κάθε άνθρωπος είναι σεβαστός apriori ανεξάρτητα από την τάξη, την θρησκεία, τα πολιτικά του πιστεύω ή την καταγωγή του.
Τα κείμενά της έχουν τις ρίζες τους αφ’ ενός μεν στο γοτθικό μυθιστόρημα , με όλα τα στοιχεία που το χαρακτηρίζουν (ρομαντισμός, μυστήριο, αλλά κυρίως το στοιχείο του υπερφυσικού),  και αφετέρου τους καρπούς τους να ευδοκιμούν σταθερά , με το βάρος τους να γέρνει άλλοτε προς την Ιστορία, άλλοτε προς το ρομαντικό παραμύθι, κάποτε ισορροπώντας ανάμεσα και στα δυο. Διαβάζοντας , λόγου χάριν,  ο αναγνώστης αποσπάσματα από ‘’Το άλας της γης’’, ή το’’ Οκτώ φορές το δαχτυλίδι’’, αισθάνεται πώς οδηγείται βαθμιαία σε δύσβατα μονοπάτια, ενώ τα συναισθήματά του κλιμακώνονται περνώντας από τον φόβο, στον τρόμο, την φρίκη και τανάπαλιν. Αυτός ο φόβος δεν απευθύνεται στην ψυχή για να προσφέρει κάποια κάθαρση, αλλά στόχος του είναι,  αυτό,  καθαυτό το σώμα, -με τους μυς , τους αδένες, την επιδερμίδα και το κυκλοφορικό του σύστημα, - να ταρακουνηθεί μ’ έναν έντονο και γρήγορο τρόπο, ούτως ώστε  να δημιουργηθούν όλες εκείνες οι φυσιολογικές αντιδράσεις του φόβου, όπως π.χ. αυτό συμβαίνει  στα έργα του  Καρόλου Ντίκενς , ή του Εντγκαρ Άλαν Πόε . Κι αυτό για να το πετύχει ένας συγγραφέας , να καταφέρει δηλαδή να καθηλώσει τον αναγνώστη και να τον κάνει να οσμιστεί την απειλή, να την νιώσει στο πετσί του, να αισθανθεί το χνώτο του διώκτη του στο σβέρκο,  απαιτεί συνδυασμένη τεχνική,  ανεξάντλητο ταλέντο , μαστοριά στην γραπτή εκφορά του λόγου και  σπάνια αφηγηματική ζωντάνια, ιδιότητες που η Ισμήνη Καπάνταη κατέχει και με το παραπάνω.

Το Ρομαντικό παραμύθι θεωρήθηκε πρότυπο του γνήσια φανταστικού και γνήσια ποιητικού ύφους, ένα μουσικό και ταυτόχρονα αναρχικό είδος που δημιουργεί αυθαίρετα έναν αυτόνομο κόσμο, πλήρως αποδεσμευμένο από την εξωτερική πραγματικότητα. Ανάμεσα στα εκλεκτά μυθιστορήματα που μας έχει χαρίσει η Ισμήνη Καπάνταη, επιλέγω να σας πω δυο λόγια για το μυθιστόρημα ‘’Η Φλώρια των νερών’’, που κυκλοφόρησε το 1999,  από τις εκδόσεις Καστανιώτη και που μπορούμε να το εντάξουμε κάπου ανάμεσα στο Ρομαντικό παραμύθι αλλά και στο Γοτθικό μυθιστόρημα. Εδώ η συγγραφέας αναζητά την άλλη ιστορία, όχι αυτή των γεγονότων, αλλά την άλλη των αισθημάτων.
Ο μύθος διαδραματίζεται στα πρώτα χρόνια της μεταβυζαντινής Ηπείρου, όπου έχει ολοκληρωθεί η οθωμανική κατάκτηση , εκτός από λίγες παράκτιες κτήσεις των Βενετών και ημιαυτόνομες περιοχές κάστρων- καπετανάτων των Ρωμιών. Στα Ιόνια νησιά και την Αιτωλοακαρνανία, χάνονται τα εδάφη των Φράγκων, της δυναστείας των Τόκκων, πέφτοντας στα χέρια των Οθωμανών, ενώ οι Μπερμπερίνοι πειρατές αποτελούν πραγματική μάστιγα. Τούτοι οι πειρατές έχουν ξεκληρίσει όλη την οικογένεια της δωδεκάχρονης Φλώριας και την κρατούν αιχμάλωτη, ώσπου η μικρή περνάει στα χέρια του καπετάνιου και πειρατή Ρωμανού του Μελανοδράκοντα, που έχει το κάστρο του στο Ασπροκλήσι. Είναι πανέμορφη, γυφτοπούλα Ρόμ, τραγουδάει υπέροχα κι ο Ρωμανός την ξεχωρίζει. Δεν αργούν να σμίξουν οι δυο τους , αλλά , αν και από τότε που πρωτοαγκαλιάστηκαν η Φλώρια είναι η μόνη αγάπη του Ρωμανού, ’’Κυρά του‘’ μεν  αλλά ‘’εξ ευωνύμων’’, δεν την παντρεύεται ποτέ. Καρπός του έρωτα τους είναι η κόρη τους η Αγνή.

Ο Ρωμανός παντρεύεται σε δεύτερο γάμο την Ισαβέλλα, ανιψιά του δούκα της Λευκάδας, ‘’Φράγκα αιρετική’’. Γάμος πολιτικής σκοπιμότητας βεβαίως. Η Ισαβέλλα αναγκαστικά αποδέχεται την ύπαρξη της επίσημης αγαπημένης, μην παραλείποντας να δηλητηριάζει την ζωή της Φλώριας. Όλα τα πάθη και οι καημοί ετούτου του μεγάλου έρωτα, συνυφασμένα με αναφορές στα ιστορικά γεγονότα, δίδονται στον αναγνώστη μέσα από την αφήγηση της ίδιας της Φλώριας. Μεσόκοπη πια η Φλώρια κι ενώ ο Ρωμανός κείτεται μπροστά της νεκρός,- αυτή του έκλεισε τα μάτια -,  η μνήμη της διολισθαίνει σε όλες τις έντονες στιγμές της ζωής τους. Αυτές τις χαρές και τις πίκρες, τα παράδοξα και τα συνήθη, τις αγαθότητες αλλά και τις κακίες, τα μαγικά κι αλλόκοτα της ζωής και της φυλής της , θυμάται μέσα από μια γοητευτική ακολουθία συμβάντων.
Γιατί ο τίτλος’’ η Φλώρια των νερών;’’
’’Τη Φλώρια , μου είχε πει ο πατέρας μου, ήταν βασιλοκόρη η Φλώρια, κόρη του βασιλιά των γύφτων και όμορφη πολύ, τη ζήλεψε μια μέρα ο ποταμός και την πήρε. Άνοιξαν τα νερά του και την κατάπιαν κι από τότε ζει και βασιλεύει στα υδάτινα βάθη του. Όλα τα νερά είναι δικά της, γι αυτό την λένε ‘’Φλώρια των νερών’’. Όταν έχεις ανάγκη, όταν επιθυμείς κάτι που μοιάζει ακατόρθωτο, να πας εκεί. Στην άκρη του νερού. Βάλε τα χέρια σου μέσα και κάνε την ευχή σου. Πέταξε ύστερα στα βαθιά το δώρο σου, κάτι δικό σου που να τ’ αγαπάς, δεν λογαριάζει αν είναι δώρο πλούσιο ή ταπεινό, φτάνει να τ’ αγαπάς και κάμε την ευχή σου. Η ευχή σου θα εκπληρωθεί.’’
Οι ήρωες , στα χέρια της Ισμήνης Καπάνταη , γίνονται πειθήνια όργανά της. Τυλιγμένοι στο φάσμα του μυστηρίου, προχωρούν θαρρετά μέσα στα ομιχλώδη χαώδη τοπία, οδηγημένοι από το όραμα, μετατοπισμένοι σε άλλη διάσταση, ρευστή έως άυλη, εξεγερμένοι από μνήμες θρυμματισμένες, ιριδίζοντα γλαυκό ουρανό κι ας ρέει αίμα. Οι δροσερές ευωδιές, οι τρυφερές περιγραφές φυσικών τοπίων κι ανθρώπινων χαρακτήρων, η ποιητική προσέγγιση της όποιας πραγματικότητας, ξεπερνούν συχνά την τραγικότητα και την μεταφυσική αγωνία, προσδίδοντας στο μυθιστόρημα αισθητική απόλαυση και ολοκλήρωση.
Σ’ αυτό το σημείο,   ας μου επιτραπεί να δανειστώ τα λόγια του Φώτη Δημητρακόπουλου, Επίκουρου καθηγητή Νεοελληνικής φιλολογίας του Πανεπιστημίου Αθηνών.’’ Εδώ και πολλά χρόνια πιστεύω πλέον ότι δεν αρκεί μονάχα η ποιητική νοημοσύνη στο χώρο της Λογοτεχνίας, η ευαισθησία στο χώρο της Τέχνης, για να έχουμε έργα άξια λόγου. Χρειάζεται και η εγγραμματοσύνη. Πέρα και πάνω και επέκεινα από την συναισθηματική νοημοσύνη, την καλλιτεχνική θέαση του κόσμου, είναι ο πλούτος της γλώσσας απαραίτητος, ώστε να κείται έργο λογοτεχνικό. Η γλώσσα της Ισμήνης Καπάνταη έχει τούτα τα εφόδια χωρίς να θηρεύει τη εκζήτηση. Δυο συμπληγάδες πέτρες είναι στημένες η Ιστορία με τη μυθιστορία , συχνά συγκρουόμενες. Η Καπάνταη διέπλευσε τις πέτρες με μεγάλη αβαρία. Μέσα στο μυθιστόρημα υπάρχουν σελίδες αριστουργηματικές, όπου η συγγραφέας γίνεται ποιήτρια με τον πεζό λόγο, μεγάλη κουβέντα για να την πει κανείς.’’
Η ‘’Φλώρια των νερών ‘’δικαιώνει την εμμονή στην αγάπη, ακόμα και στην παράνομη, -πέρα από τους θεσμούς-,  έκφανσή της. Αυτή η άποψη , η εμμονή στην αγάπη είναι ταυτόχρονα συστατικό του μύθου και ανατροπή της ιστορίας. Άλλωστε μεγάλοι ιστορικοί ήρωες,  είναι αυτοί που αγάπησαν πολύ  ότι πίστεψαν . Οι υπόλοιποι μένουν απλοί διεκπεραιωτές.
Ο χρυσούς κανόνας,  για να λειτουργήσει ένα ιστορικό μυθιστόρημα , είναι η επινόηση των κεντρικών ηρώων. Τα πραγματικά ιστορικά πρόσωπα πρέπει να έχουν βοηθητικούς ρόλους στην πλοκή , ενώ οι  κεντρικοί ήρωες πρέπει να είναι πάντα επινοημένοι, έτσι ώστε οι αναγνώστες να μπορούν να ταυτιστούν μαζί τους. Παρά την αναμφισβήτητα πλέον μεγάλη ανταπόκριση που βρίσκει στο αναγνωστικό κοινό, το ιστορικό μυθιστόρημα , οι Συμπληγάδες της αναγνώρισης της λογοτεχνικής αξίας και ταξινόμησης , που κλείνουν και ανοίγουν κάθε φορά, ανάλογα με τις συγκυρίες,  το υποβάλλουν σε σκληρές δοκιμασίες, χωρίς ωστόσο να καταφέρουν ούτε τους συγγραφείς του να πτοήσουν , ούτε το ενδιαφέρον των αναγνωστών για το είδος να κάμψουν.
 Οι φανατικοί βιβλιόφιλοι πάντως το υποστηρίζουν έμπρακτα και δεν είναι σπάνιο,  ιστορικά μυθιστορήματα, -που κατ’ εξοχήν θεωρούνται δύσκολα βιβλία-, να καταλαμβάνουν συχνά θέσεις ανάμεσα στα ευπώλητα ή αλλιώς μπέστ σέλερς. ’’Το εμείς έχουμε εμάς’’, μάλιστα της Ισμήνης Καπάνταη συγκαταλέγεται σ’ αυτά.


Στο συγκεκριμένο μυθιστόρημα , που κυκλοφόρησε το 2007, αμφιβολία, αγωνίες, ψυχολογικές μεταπτώσεις, όνειρα , πάθη και λογική, βρίσκουν θέση. Είναι μια ιστορία για την γυναικεία ψυχολογία,  που δεν αλλάζει στο πέρασμα των αιώνων, γεμάτη ανασφάλεια,  άγχος , αγώνα για μιαν  ακόμα κατάκτηση. ‘’Το εμείς έχουμε εμάς’’ είναι η συνέχεια της ‘’Φλώριας των νερών’’ , που λειτουργεί ωστόσο εντελώς αυτόνομα, από  την αρχική ιστορία, όπου πρωταγωνίστρια του διαχρονικού μύθου είναι αυτή τη φορά η Αγνή, ο καρπός του εξώγαμου έρωτα του άρχοντα πατέρα της και της τσιγγάνας μητέρας της.
Στα δεκαπέντε της η Αγνή θα παντρευτεί από πείσμα, σπρωγμένη από μια δύναμη που την προστάζει να λύσει τα δεσμά απ’ τα φαντάσματα που την κυνηγούν. Ο αυθορμητισμός και η  απειρία της εφηβείας, θα την φέρουν σε δύσκολη θέση σε μια κρίσιμη καμπή της ζωής της  όπου θα κληθεί  να πάρει ουσιαστικές αποφάσεις. Το πείσμα, ο δυναμισμός και η αποφασιστικότητα  της την χαλυβδώνουν, ενώ αγωνίζεται να ξεχάσει τον παιδικό της  έρωτα, διεκδικώντας μια νέα αρχή. Η Αγνή θα καταφέρει να μετακομίσει από την Ήπειρο στα Επτάνησα, να γίνει πυργοδέσποινα στο πλευρό ενός Φράγκου ευγενή, να διαφεντέψει το φέουδο του διανοουμένου συζύγου της, και να ανταποκριθεί επάξια πλέον στις υποχρεώσεις που αντιμετωπίζει στην  νέα, - διαφορετικής νοοτροπίας από τη δική της, -κοινωνία .Δεν θα σταματήσει να δοκιμάζει τα όρια της, ούτε μπροστά στους κουρσάρους, ούτε όταν βρεθεί στο χείλος της οικονομικής καταστροφής. Η αυτοπεποίθηση που εκπέμπει όμως η πρωταγωνίστρια του μύθου,  κρύβει οικογενειακά μυστικά, ανομολόγητους έρωτες, επιλογές που θυσιάστηκαν μπροστά στην ανασφάλεια , που αποπνέουν οι  μεγάλες ανακατατάξεις στα Βαλκάνια του 16ου αιώνα.
Το τελευταίο βιβλίο της Ισμήνης Καπάνταη, το οποιο φέρει τον διφορούμενο τίτλο ‘’Κυνική ιστορία’’, κυκλοφόρησε φέτος  από τις εκδ. Καστανιώτη  και είναι κάτι το εντελώς διαφορετικό και ασυνήθιστο , από το ύφος των θεμάτων και της γραφής , που μας έχει συνηθίσει εδώ και χρόνια . Κάνοντας την ανατροπή η ταλαντούχος λογοτέχνης, μας παραδίδει ένα μυθιστόρημα με τρυφερότητα, γνώση και χιούμορ για μια ιδιαίτερη σχέση στη ζωή πολλών ανθρώπων, τη σχέση ανθρώπων και ζώων. Μια σχέση που υποκαθιστά όλο και περισσότερο, όλο και συχνότερα, την ελλειμματική σήμερα, ανθρώπινη επικοινωνία. Ένα βιβλίο που θα μπορέσει να γίνει μια καλή αφορμή για να καταλάβουμε ακόμα καλύτερα τους μικρούς τετράποδους φίλους μας.
Τελειώνοντας θα ήθελα να πω πως η Ισμήνη Καπάνταη με τα υπέροχα μυθιστορήματα , διηγήματα, λευκώματα και παιδικά της βιβλία αποδεικνύει περίτρανα ότι οι τιμητικές και άλλες διακρίσεις της, οι απανωτές μεταφράσεις και επανεκδόσεις των βιβλίων της , αλλά και οι δικές της μεταφράσεις ξένων έργων,  δεν είναι τυχαίες. Είναι μια συγγραφέας με βαθιά ιστορική γνώση, εξαιρετική μαεστρία στον μυθιστορηματικό χειρισμό της ιστορικής πραγματικότητας, με μακρόχρονη και δημιουργική πορεία στον δύσκολο τομέα του Ιστορικού μυθιστορήματος και όχι μόνον. Η παρουσία της αναμφισβήτητα αποτελεί ορόσημο και  τιμά τα Ελληνικά Γράμματα. Αν μη τι άλλο,  φίλοι αναγνώστες, χρειάζεται  γερό ιστορικό κριτήριο, γνώση, ταλέντο, ευαισθησία και τόλμη για να παίξεις με την Ιστορία ένα τόσο δυνατό παιγνίδι μυθοπλασίας.